Σύγκλιση θαλάσσιων στρατηγικών
Στο γενικότερο πλαίσιο της θάλασσας, η Ελλάδα και η Κύπρος προχωρούν δυναμικά μέσω μιας σύγκλισης θαλάσσιων στρατηγικών που αφορούν στην έρευνα-διάσωση, στα θαλάσσια ύδατα και βέβαια στη γαλάζια ενέργεια. Γίνεται κατανοητό απ’ όλους πια ότι το πεδίο που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έρχεται να ενισχύσει και τις προσπάθειές μας σε εθνικό επίπεδο. Η Κύπρος έχει ήδη κάνει μια συμφωνία με το Ισραήλ και δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι μια συμφωνία με την Ελλάδα δημιουργεί μια επέκταση αυτού του δικτύου και συμπίπτει με μια κοινή προσπάθεια συναντίληψης της αξιοποίησης του ενεργειακού τομέα που προσφέρει η Ανατολική Μεσόγειος. Έτσι δεν μιλούμε πια για μεμονωμένες προσπάθειες και αποσπασματικές κινήσεις. Το Ισραήλ έχει μεγάλα κοιτάσματα φυσικού αερίου όπως είναι τα Leviathan, Tamar και Dalit, η Κύπρος έχει το κοίτασμα Αφροδίτη και η Ελλάδα, μετά από τις έρευνες της εταιρείας PGS, έχει κοιτάσματα-στόχους. Έτσι μια κοινή αντίληψη των πραγμάτων ενισχύει όλους αυτούς τους παίκτες, αλλά και το πρόγραμμα των σταθμών υγροποίησης του φυσικού αερίου, αφού και οι τρεις χώρες θα μπορούν να χρησιμοποιούν κοινές εγκαταστάσεις, πράγμα το οποίο είναι πιο αποτελεσματικό όχι μόνο λόγω οικονομίας, αλλά και στρατηγικής. Διότι όλο αυτό το πλαίσιο εντάσσεται σε μια διαχρονική οριζόντια στρατηγική στη Μεσόγειο και αυτό φαίνεται και από την πρόσφατη συμφωνία της Ιταλίας και της Μάλτας για κοινή έρευνα στον τομέα των υδρογονανθράκων. Αν επιπλέον συνδυάσουμε αυτήν την κινητικότητα με την ψηφοφορία του Ευρωκοινοβουλίου που προτρέπει τη συνεργασία των ευρωπαϊκών χωρών στη Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα, τότε αντιλαμβανόμαστε πιο εύκολα γιατί η συμφωνία για συνεργασία σε θέματα πολιτικής προστασίας θα γίνει και με τη συμμετοχή της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, αλλιώς αυτό το μέτωπο ως εξέλιξη θα μας ξάφνιαζε. Στο όλο πεδίο δράσης φαίνεται πια ξεκάθαρα ότι υπάρχει μια θέληση για τη θεμελίωση ενός διαρκούς μηχανισμού διαβουλεύσεων. Το πιο ενθαρρυντικό είναι ότι ετοιμαζόμαστε παράλληλα και για την ελληνική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού θα έχουμε την επόμενη. Η όλη συνεργασία θα αφορά επί της ουσίας και τις διασυνδέσεις που θα γίνουν τόσο για το Interconnector EuroAsia όσο και για τους αγωγούς φυσικού αερίου που θα ενώσουν αυτό το σύμπλεγμα χωρών. Παρουσιάζεται τώρα το φυσικό αέριο και η αξιοποίησή του ως μια κινητήρια δύναμη όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στη στρατηγική, διότι επί του πρακτέου ακολουθεί τα νοητικά σχήματα της τοποστρατηγικής και δεν περιορίζεται πια σε γειτονικές σχέσεις με την εκφυλισμένη εκδοχή της έννοιας. Και είναι λογικό αφού μιλάμε για μεγάλα ανοίγματα πάνω στην πολιτική σκακιέρα και αυτά πρέπει να έχουν θεμέλια μέσα στο χρόνο για να αποτελέσουν ουσιαστικές κινήσεις. Εδώ γράφεται η ιστορία ή μάλλον η συνέχεια της ιστορίας και κάθε λέξη έχει τη σημασία της γιατί αφορά το βάρος της μνήμης που μας χαρακτηρίζει δίχως φοβίες που παραλύουν, μόνο με ορθολογική τόλμη.
Η ορθολογική ανάλυση του θέματος της ΑΟΖ αναδεικνύει αντικειμενικά ότι αποτελεί ένα στρατηγικό πλεονέκτημα. Θέλουμε δεν θέλουμε, αυτό είναι πλέον γεγονός. Μπορούμε βέβαια να το κρύψουμε από τον εαυτό μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Μπορούμε βέβαια να μην του δώσουμε την επαρκή σημασία, αλλά αυτό δεν θα ισχύει για τους αντιπάλους μας. Κατά κάποιο τρόπο πρέπει ν' αποδειχθούμε ότι η έννοια της ΑΟΖ έχει σημασία, ανεξάρτητα από το πολιτικό πλαίσιο, διότι δεν είμαστε ο μοναδικός παίκτης, κατά συνέπεια αυτή η ανεξαρτησία, αν δεν ενταχθεί σ' ένα συμμαχικό πεδίο δράσης, θα παραμείνει ένα πλαίσιο όπου θα παίξουν εις βάρος μας οι άλλοι παίκτες. Και ο λόγος είναι απλός: γεωστρατηγικά και τοποστρατηγικά, η ελληνική ΑΟΖ έχει τεράστια σημασία, όχι μόνο για μας, και κατ' επέκταση για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και για τους αντιπάλους μας που προτιμούν να μην τη θεσπίσουμε καν και να μην συμπράξουμε διακρατικές συμφωνίες, διότι αυτή η αδράνεια θα τους προσφέρει μεγάλες δυνατότητες κινήσεων σ' ένα πλαίσιο, το οποίο θα είναι ελεύθερο. Η μη συνειδητοποίηση αυτού του νοητικού σχήματος θα προκαλέσει εις βάρος μας μεγάλα προβλήματα με επιπτώσεις για το μέλλον που δύσκολα μπορούμε να προβλέψουμε με τα τωρινά δεδομένα, τόσο μεγάλη θα είναι η αλλαγή φάσης. Αν επιμείνουμε λοιπόν σε αυτήν την αδράνεια σκέψης και κατάλληλων αποφάσεων, θα έρθουν απλά να μας το υπενθυμίσουν οι αντίπαλοί μας δίχως κανένα δισταγμό, διότι γνωρίζουν πολύ καλά τα πλεονεκτήματα και τις δυνατότητες που προσφέρει η ελληνική ΑΟΖ. Η ιδιότητα της ΑΟΖ με τα 200 ΝΜ της, να προσφέρει τη δυνατότητα μετασχηματισμού ακριτικών νησιών σε ελκυστές με μεγάλη δεξαμενή έλξης, δεν είναι βέβαια άσχετη με το θέμα. Διότι αυτό που θεωρούμε συνήθως ως ένα αδύναμο στοιχείο, μετατρέπεται με αυτόν τον τρόπο σε μία σημαντική βάση ελέγχου μίας μεγάλης περιοχής, η οποία έχει την ικανότητα να επεκτείνει το χώρο δράσης μας, δίχως να έχει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η έννοια των 12 ΝΜ. Αυτή η μεγάλη αλλαγή φάσης της θεώρησης των δεδομένων του Αιγαίου συμπεριλαμβάνοντας το Καστελλόριζο και τη Γαύδο, είναι σημαντικότατη. Το θέμα δεν είναι να εκμεταλλευτούμε απλώς μία ευκαιρία, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι, αλλά πραγματικά να εδραιώσουμε τη θέση μας σε μία ανθεκτική βάση. Έτσι, το να δεχτούμε πιέσεις για αυτό το θέμα δεν είναι μόνο αναμενόμενο, αλλά απαραίτητο, διότι μόνο η έννοια της επικάλυψης οδηγεί στις διακρατικές συμφωνίες, οι οποίες αναδεικνύουν σταθερά σημεία, τα οποία βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από τα σύνορα με τη συμβατική τους έννοια. Όλα αυτά δεν είναι μία ουτοπία, διότι η Κύπρος με το παράδειγμά της έχει αποδείξει ότι ευσταθούν κι είναι ορθολογικά, ακόμα και σε μία κατάσταση κρίσης. Ο πραγματικός μας εχθρός δεν είναι παρά μόνο μία μορφή ηττοπάθειας, η οποία μας οδηγεί να μην πιστεύουμε στις ικανότητες και δυνατότητές μας. Όλα τα άλλα είναι λεπτομέρειες. Είναι λοιπόν σημαντικό να απελευθερωθούμε από τις φοβίες μας που μας παραλύουν τη σκέψη και δεν επιτρέπουν τη στρατηγική μας δράση...











