AOZ και μακροπολιτική
Ακόμα και αν δεν υπήρχε ούτε ένα κοίτασμα στην ελληνική ΑΟΖ, θα έπρεπε και πάλι να τη θεσπίσουμε λόγω στρατηγικής. Η πολιτική ωριμότητα έχει φτάσει πλέον σε αυτό το επίπεδο. Όμως εξετάζοντας τις λεκάνες Λεβαντίνης και Ηροδότου με τις αναλογίες και τις ομοιότητες που έχουν και με τα κοιτάσματα που έχουν βρεθεί ειδικά στο Ισραήλ και στην Κύπρο, δεν μιλάμε πια μόνο για πιθανότητες εύρεσης, αλλά για μια απτή πραγματικότητα, που αποτελείται από έξι κοιτάσματα (πέντε στο Ισραήλ και ένα στην Κύπρο), όπου έχουν ήδη 1 τρισεκατομμύριο m3 φυσικού αερίου. Επιπλέον, τρία από αυτά τα κοιτάσματα ανήκουν στα πέντε καλύτερα παγκοσμίως για την τελευταία δεκαετία. Κατά συνέπεια, η πολιτική σκέψη πρέπει να τροφοδοτείται με αυτά τα δεδομένα που αλλάζουν τα παλαιότερα. Δίχως αυτήν την ανάλυση, η γεωπολιτική θεώρηση της περιοχής είναι λανθασμένη. Τώρα η πολιτική σκέψη εφοδιασμένη με αυτά τα οικονομικά δεδομένα πρέπει να πάρει αποφάσεις στρατηγικής. Διότι η σοβαρότητα του θέματος απαιτεί και στρατηγικό σχεδιασμό. Το πλαίσιο της θέσπισης της ΑΟΖ είναι απαραίτητο όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Κύπρο. Η τελευταία έχει ήδη υποβάλει δύο σχέδια για ευρωπαϊκές επιχειρήσεις: το Interconnector EuroAsia και τον αγωγό. Και στις δύο περιπτώσεις, η ελληνική ΑΟΖ είναι ένα αναγκαίο πέρασμα για να τροφοδοτηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα γίνεται de facto ένας ενεργειακός κόμβος, αλλά πρέπει να γίνει και de jure. Όταν επιπλέον κατανοήσει η πολιτική σκέψη ότι κι εμείς έχουμε ενεργειακά αποθέματα που μπορεί να συνδεθούν με τα προηγούμενα και μέσω του διπλού αγωγού που προτείνει η ΔΕΠΑ, τότε θα αλλάξει φάση. Αν εξετάσουμε αυτά τα στοιχεία στο επίπεδο της μακροπολιτικής, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να γίνει η θέσπιση της ελληνικής ΑΟΖ, όσο πιο γρήγορα γίνεται. Και με τις οριοθετήσεις, μέσω της οικοπεδοποίησης μπορούμε να περάσουμε στη φάση της γεώτρησης. Αυτό πρέπει να γίνει και κοντά στην Αλβανία, στο θαλάσσιο χώρο βέβαια, με την Ιταλία για το κοίτασμα του Πύρρου, στο Ιόνιο με το κοίτασμα Αχιλλέα, στη Νότια Κρήτη κλπ. Όλα αυτά είναι μέσα στο πλαίσιο του Δικαίου της Θάλασσας και μας δίνουν όχι μόνο ένα όραμα που μπορεί να υλοποιηθεί δίχως επενδύσεις από την Ελλάδα, που απλώς παραχωρεί τις θαλάσσιες περιοχές, αλλά προσφέρει μακροοικονομικά και μια ανάπτυξη που δεν είναι συγκρίσιμη με κανένα άλλο μέτρο. Μέσω της ΑΟΖ και της υψηλής στρατηγικής, η πολιτική σκέψη μπορεί να φτάσει στο επίπεδο της μακροπολιτικής για να απεγκλωβισθεί από τα συμβατικά τετριμμένα που δεν οδηγούν πουθενά. Μόνο έτσι θα ζήσει η πατρίδα μας, αξιοποιώντας στρατηγικά την ελληνική ΑΟΖ.