Μετά τη θέσπιση της ΑΟΖ η Ελλάδα μπορεί να υπογράψει διακρατικές συμφωνίες με την Αλβανία, την Ιταλία τη Λιβύη, την Κύπρο, την Αίγυπτο και την Τουρκία. Η ανάλυση μέσω θεωρίας παιγνίων οδηγεί στο στρατηγικό συμπέρασμα ότι η διαπραγμάτευση με την Τουρκία πρέπει να είναι η τελευταία. Για όλες τις προηγούμενες η Τουρκία δεν συμμετέχει και κατά συνέπεια είναι το τρίτο μέρος. Σε αυτές έχουμε δύο κατηγορίες.
Η πρώτη είναι αυτή όπου η Τουρκία δεν έχει καμιά ανάμειξη όσον αφορά στα διαγράμματα Voronoi. Σε αυτή την κατηγορία, ένα Casus belli της Τουρκίας δεν θα είχε de facto νόημα. Στη δεύτερη κατηγορία, η Τουρκία θα πρέπει να πείσει και το δεύτερο κράτος για να αποδεχθεί το αίτημά της, κατά συνέπεια το Casus belli θα ήταν στην ουσία διπλό, πράγμα το οποίο είναι επικίνδυνο. Σε αυτές τις δύο κατηγορίες αναδεικνύεται η ιδέα ότι το τρίτο μέρος δυσκολεύεται να αναμειχθεί σε μια διακρατική σχέση μεταξύ δύο κρατών. Αυτό είναι το παράδειγμα της Κύπρου.
Το δομικό πρόβλημα είναι ότι το θέμα της ΑΟΖ δεν είναι μια μονομερής απόφαση μόλις υπάρχουν επικαλύψεις. Τώρα όσον αφορά την περίπτωση της Ελλάδας με την Τουρκία, το Casus belli δεν αποτελεί μοχλό πίεσης, αφού επαρκεί στην Τουρκία να μην υπογράψει τη διακρατική συμφωνία. Αποδείξαμε λοιπόν εξετάζοντας εξαντλητικά όλες τις περιπτώσεις, ότι το Casus belli στην περίπτωση της ΑΟΖ δεν θα ήταν αποτελεσματικό. Δεν υπάρχει λοιπόν αναλογία με το Casus belli που αφορά στα 12 Ν.Μ. Η διαφορά που κάνει τη διαφορά είναι απλή και είναι η εξής: η επέκταση στα 12 Ν.Μ. είναι μια μονόπλευρη απόφαση. Έτσι το Casus belli μπορεί με την ύπαρξή του να ακυρώσει αυτή την απόφαση, ακόμα και αν έχουμε υπογράψει τη Συνθήκη του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Δεν πρέπει λοιπόν να κάνουμε λανθασμένες αναλογίες, οι οποίες ευνουχίζουν τη σκέψη μας. Τελικά η ΑΟΖ δεν έχει τα ίδια δομικά προβλήματα που έχουν τα χωρικά ύδατα ακόμα κι αν μοιάζουν φαινομενικά. Έτσι η ΑΟΖ αποφεύγει τα προβλήματα του παρελθόντος και επιτρέπει την ύπαρξη ενός δυναμικού πλαισίου το οποίο είναι εφικτό να μετατραπεί σε συμμαχικό πεδίο δράσης. Δεν υπάρχει λόγος να έχουμε φοβίες για ένα θέμα που έχει δείξει σε πολλές περιπτώσεις ανά τον κόσμο την αφοπλιστική του αποτελεσματικότητα ακόμα και με παραδοσιακά δύσκολους παίκτες.
Translated from the Greek by Paola Vagioni
Many of us who are still wondering up to what extent the notion of the Exclusive Economic Zone allows us to exit the dead end of previous interstate negotiations, are under the impression that Turkey can declare a new Casus belli regarding the EEZ. They have not realized that the three interstate agreements of Cyprus with Lebanon, Egypt and Israel have highlighted the rational substrate of their quandary. They have not perceived that the Albano-Greek agreement is a matter of time to take place and that time is on our side, which proves de facto that the intention for Casus belli has no meaning on behalf of Turkey. Let us analyze this issue structurally.
After the enactment of the EEZ, Greece can sign interstate agreements with Albania, Italy, Libya, Cyprus, Egypt and Turkey. The analysis via Game Theory leads to the strategic conclusion that the negotiation with Turkey must be the last one. For all the previous ones, Turley is not involved and consequently it is the third party. In these we have two categories. The first is where Turkey has no involvement as far as the Voronoi diagrams are concerned. In this category, a Casus belli from Turkey would have no de facto meaning. In the second category, Turkey would have to convince the second state to accept its request, consequently the Casus belli would be twofold, which is dangerous. In these two categories the idea that is being brought out is that the third party is having difficulties in being involved in an interstate relationship between two states. This is the paradigm of Cyprus.
The structural problem is that the EEZ issue is no longer a one-sided decision as soon as there is coverage. Regarding now the case of Greece with Turkey, the Casus belli does not constitute a pressure lever since it is sufficient for Turkey not to sign the interstate agreement. We have therefore proved by thoroughly examining all the cases, that the Casus belli in the case of the EEZ would not be effective. Therefore, there is no analogy with the Casus belli regarding the 12NM. The difference that makes the difference is simple and it is the following: the extension up to the 12 NM is a one-side decision. Thus the Casus belli by its existence can cancel this decision, even if we have signed the 1982 Law of the Sea Treaty. We must not therefore make erroneous analogies, which can neuter our thought. In the end, the EEZ does not have the same structural problems that the national waters have even if they are ostensibly alike. This way, the EEZ avoids the problems of the past and allows for the existence of a dynamic framework, which is feasible to be turned into an allied field of action. There is no reason to have phobias on an issue that has demonstrated in many cases throughout the world, its disarming effectiveness even with traditionally difficult players.
Η ορθολογική ανάλυση του θέματος της ΑΟΖ αναδεικνύει αντικειμενικά ότι αποτελεί ένα στρατηγικό πλεονέκτημα. Θέλουμε δεν θέλουμε, αυτό είναι πλέον γεγονός. Μπορούμε βέβαια να το κρύψουμε από τον εαυτό μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Μπορούμε βέβαια να μην του δώσουμε την επαρκή σημασία, αλλά αυτό δεν θα ισχύει για τους αντιπάλους μας. Κατά κάποιο τρόπο πρέπει ν' αποδειχθούμε ότι η έννοια της ΑΟΖ έχει σημασία, ανεξάρτητα από το πολιτικό πλαίσιο, διότι δεν είμαστε ο μοναδικός παίκτης, κατά συνέπεια αυτή η ανεξαρτησία, αν δεν ενταχθεί σ' ένα συμμαχικό πεδίο δράσης, θα παραμείνει ένα πλαίσιο όπου θα παίξουν εις βάρος μας οι άλλοι παίκτες. Και ο λόγος είναι απλός: γεωστρατηγικά και τοποστρατηγικά, η ελληνική ΑΟΖ έχει τεράστια σημασία, όχι μόνο για μας, και κατ' επέκταση για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και για τους αντιπάλους μας που προτιμούν να μην τη θεσπίσουμε καν και να μην συμπράξουμε διακρατικές συμφωνίες, διότι αυτή η αδράνεια θα τους προσφέρει μεγάλες δυνατότητες κινήσεων σ' ένα πλαίσιο, το οποίο θα είναι ελεύθερο. Η μη συνειδητοποίηση αυτού του νοητικού σχήματος θα προκαλέσει εις βάρος μας μεγάλα προβλήματα με επιπτώσεις για το μέλλον που δύσκολα μπορούμε να προβλέψουμε με τα τωρινά δεδομένα, τόσο μεγάλη θα είναι η αλλαγή φάσης. Αν επιμείνουμε λοιπόν σε αυτήν την αδράνεια σκέψης και κατάλληλων αποφάσεων, θα έρθουν απλά να μας το υπενθυμίσουν οι αντίπαλοί μας δίχως κανένα δισταγμό, διότι γνωρίζουν πολύ καλά τα πλεονεκτήματα και τις δυνατότητες που προσφέρει η ελληνική ΑΟΖ. Η ιδιότητα της ΑΟΖ με τα 200 ΝΜ της, να προσφέρει τη δυνατότητα μετασχηματισμού ακριτικών νησιών σε ελκυστές με μεγάλη δεξαμενή έλξης, δεν είναι βέβαια άσχετη με το θέμα. Διότι αυτό που θεωρούμε συνήθως ως ένα αδύναμο στοιχείο, μετατρέπεται με αυτόν τον τρόπο σε μία σημαντική βάση ελέγχου μίας μεγάλης περιοχής, η οποία έχει την ικανότητα να επεκτείνει το χώρο δράσης μας, δίχως να έχει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η έννοια των 12 ΝΜ. Αυτή η μεγάλη αλλαγή φάσης της θεώρησης των δεδομένων του Αιγαίου συμπεριλαμβάνοντας το Καστελλόριζο και τη Γαύδο, είναι σημαντικότατη. Το θέμα δεν είναι να εκμεταλλευτούμε απλώς μία ευκαιρία, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι, αλλά πραγματικά να εδραιώσουμε τη θέση μας σε μία ανθεκτική βάση. Έτσι, το να δεχτούμε πιέσεις για αυτό το θέμα δεν είναι μόνο αναμενόμενο, αλλά απαραίτητο, διότι μόνο η έννοια της επικάλυψης οδηγεί στις διακρατικές συμφωνίες, οι οποίες αναδεικνύουν σταθερά σημεία, τα οποία βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από τα σύνορα με τη συμβατική τους έννοια. Όλα αυτά δεν είναι μία ουτοπία, διότι η Κύπρος με το παράδειγμά της έχει αποδείξει ότι ευσταθούν κι είναι ορθολογικά, ακόμα και σε μία κατάσταση κρίσης. Ο πραγματικός μας εχθρός δεν είναι παρά μόνο μία μορφή ηττοπάθειας, η οποία μας οδηγεί να μην πιστεύουμε στις ικανότητες και δυνατότητές μας. Όλα τα άλλα είναι λεπτομέρειες. Είναι λοιπόν σημαντικό να απελευθερωθούμε από τις φοβίες μας που μας παραλύουν τη σκέψη και δεν επιτρέπουν τη στρατηγική μας δράση...







